Οι Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) αποτελούν έναν όρο που περιγράφει μια σειρά από αναπτυξιακές διαταραχές οι οποίες επηρεάζουν την κοινωνική αλληλεπίδραση, την επικοινωνία και τη συμπεριφορά ενός ατόμου. Παρά το γεγονός ότι οι ΔΑΦ συχνά αντιλαμβάνονται ως προβλήματα που χρειάζονται θεραπεία ή αποκατάσταση, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι άνθρωποι που πλήττονται από αυτές τις διαταραχές δεν είναι “άτομα με πρόβλημα”, αλλά άτομα με διαφορετικό τρόπο σκέψης και αντίληψης του κόσμου γύρω τους. Η αποδοχή αυτής της διαφορετικότητας από την ευρύτερη κοινωνία είναι καθοριστική για την πλήρη ένταξη αυτών των ατόμων στον κοινωνικό ιστό.
Η διαφορετικότητα, σε όλες τις εκφάνσεις της, αποτελεί πηγή πλούτου και ποικιλίας για την κοινωνία μας. Τα άτομα με ΔΑΦ έχουν συνήθως εξαιρετικές ικανότητες σε συγκεκριμένους τομείς, όπως τα μαθηματικά, η τεχνολογία ή η μουσική, και μπορούν να προσφέρουν σημαντικά στην κοινωνία με τον δικό τους τρόπο. Η πρόκληση για την κοινωνία είναι να κατανοήσει αυτή τη διαφορετικότητα και να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που να ενισχύει την ένταξη και την αποδοχή, αντί να απορρίπτει ή να περιθωριοποιεί.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία των ατόμων με ΔΑΦ είναι η ανάγκη τους για μία καθημερινή ρουτίνα και σταθερότητα. Η ρουτίνα αποτελεί για αυτά τα άτομα ένα «καταφύγιο», παρέχοντας τους αίσθημα ασφάλειας και έλεγχο στον κόσμο γύρω τους. Κάθε αλλαγή ή αναστάτωση της ρουτίνας τους μπορεί να προκαλέσει άγχος και σύγχυση. Γι’ αυτό, η καθιέρωση μιας σαφούς και σταθερής καθημερινότητας είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη συναισθηματική και ψυχολογική ευημερία τους.
Η ανάγκη για ρουτίνα δεν είναι κάτι που πρέπει να κατανοείται ως περιορισμός ή πρόβλημα, αλλά ως μία φυσική και αναγκαία πτυχή της ζωής αυτών των ατόμων. Μια σταθερή ρουτίνα βοηθά στη μείωση του άγχους και της σύγχυσης, επιτρέποντας στο άτομο να επικεντρωθεί στην ανάπτυξή του και στην επίτευξη στόχων με τους ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ. Αυτή η ρουτίνα συνδέεται άμεσα με την ποιότητα ζωής τους και την ικανότητά τους να αλληλεπιδρούν με τους γύρω τους.
Ο ρόλος των γονέων στην ενσωμάτωση αυτών των ατόμων στην κοινωνία είναι καθοριστικός. Οι γονείς αποτελούν την πρώτη γραμμή υποστήριξης και καθοδήγησης για τα παιδιά αυτά. Η αγάπη, η αποδοχή και η στήριξή τους είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία μπορεί να χτιστεί η ομαλή ανάπτυξή τους και η κοινωνική ένταξη. Ενθαρρύνοντας τα παιδιά τους να αναπτύξουν τις ικανότητες και τα ενδιαφέροντά τους, οι γονείς βοηθούν στο να αποδεχτούν τον εαυτό τους και να κατανοήσουν τον κόσμο με τον δικό τους τρόπο.
Παράλληλα, οι γονείς παίζουν σημαντικό ρόλο στη δημιουργία συνθηκών που ευνοούν την κοινωνική ένταξη. Μέσα από την επικοινωνία με το σχολείο, τους δασκάλους και την ευρύτερη κοινότητα, οι γονείς μπορούν να ενισχύσουν την κατανόηση και την αποδοχή των ατόμων με ΔΑΦ. Αυτό απαιτεί μία διαρκή διαδικασία εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης, προκειμένου η κοινωνία να αναγνωρίσει και να σεβαστεί τις ανάγκες των ατόμων αυτών.
Η ευρύτερη κοινωνία, από την πλευρά της, οφείλει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου Η ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΘΑ ΓΙΟΡΤΑΖΕΤΑΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΘΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΤΑΙ. Σχολεία, χώροι εργασίας και κοινότητες πρέπει να προσαρμόζονται και να ενσωματώνουν τις ανάγκες αυτών των ατόμων, προσφέροντας ισότιμες ευκαιρίες για μάθηση, εργασία και κοινωνική συμμετοχή. Το να αντιληφθούμε τις ΔΑΦ ως μια διαφορετικότητα και όχι ως ένα πρόβλημα, είναι το πρώτο βήμα για τη δημιουργία μιας κοινωνίας που αποδέχεται και σέβεται τη μοναδικότητα όλων των ατόμων της.
Η αποδοχή της διαφορετικότητας και η καλλιέργεια μιας κουλτούρας συμπερίληψης είναι το κλειδί για τη δημιουργία μιας κοινωνίας που στηρίζει τα άτομα με ΔΑΦ και τα βοηθά να ανθίσουν. Οι διαταραχές αυτιστικού φάσματος δεν είναι “πρόβλημα” που πρέπει να διορθωθεί, αλλά πτυχές της ανθρώπινης εμπειρίας που μας προσφέρουν νέες προοπτικές για την κατανόηση του κόσμου γύρω μας.
Γεωργακόπουλος Νικόλαος
Νοσηλευτής
Κ.Η Αχαΐας